Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Ο υπαρξιακός χαρακτήρας της ελευθερίας


Ελευθερία από την ειμαρμένη // Πορεία απελευθέρωσης // Το αυτεξούσιο τού ανθρώπου και η Χάρη τού Θεού στο πλαίσιο τής σωτηρίας // Η λογική τής απελευθέρωσης
Ο υπαρξιακός χαρακτήρας της ελευθερίας
Του Καθ. Πανεπ. κ. Κων/νου Γρηγοριάδη

Πηγή: Περιοδικό "Διάλογος" 39 - 2005. Σελ. 6. Από το βιβλίο τού Κων/νου Γρηγοριάδη: “Σχεδίασμα Ορθοδόξου Κατηχήσεως”
Αναδημοσίευση - μετατροπή σε html από: http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/heresies/dialogos/39.pdf

Για να διατηρήσει ο άνθρωπος ακέραια και αλώβητη την προσωπικότητά του πρέπει να αποδέχεται την ελευθερία από την κοινωνία της αγάπης του Χριστού. Όταν υπερβαίνεις την έχθρα των άλλων με την συγχωρούσα αγάπη του Χριστού, τότε πραγματικά γίνεσαι ελεύθερος. Γι’ αυτό και χωρίς την αγάπη και την ελευθερία δεν μπορεί να υπάρχει αληθινός και σωστός άνθρωπος.
Η οντολογία της  αγάπης κατά το υπόδειγμα του Χριστού  αποτελεί αίτημα και λειτουργικό νόμο της υπάρξεως, που δεν εξαρτάται  από τις  ευνοϊκές ή μη καταστάσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος (γεγονότα, καταστάσεις, πρόσωπα, σχέσεις, αδικίες, εκμεταλλεύσεις, κ.α.). Στην περίπτωση που ένα  ανεπιθύμητο πρόσωπο, π.χ. διάκειται  απέναντί μου εχθρικά και κατορθώνει με την αρνητική συμπεριφορά του να αναστείλει την ακτινοβολία της αγάπης μου σ’ αυτό, τότε σημαίνει ότι:
α) Η αγάπη μου δεν εκφράζει τον οντολογικό χαρακτήρα, ως μια εσωτερική δύναμη, που υπερβαίνει όλα τα εμπόδια του περιβάλλοντος.
β) Διαμορφώνεται ανάλογα με τις συναισθηματικές και συγκινησιακές καταστάσεις.
γ) Προδίδει  εμπλοκή και ατέλεια στη  λειτουργία της υπάρξεώς μου, και
δ) Διασπά την αγάπη από την ελευθερία, γι’ αυτό και η αναστολή της αγάπης μου με καθιστά ανελεύθερο.
Αυτή την αγάπη και την ελευθερία, ως δώρα Θεού, τα σέβεται πρώτος από όλους ο Ίδιος ο Δωρεοδότης Δημιουργός. Μια τέτοια δωρεά ελευθερίας  ανυψώνει την ύπαρξή μας σε οντολογικό επίπεδο από την αναγκαιότητα, που προβάλλει η φυσική και βιολογική σύσταση με τις ποικίλες επιθυμίες και ορμές της.
Η ελευθερία, ως δώρο Θεού, χαρακτηρίζεται για την απολυτότητά της. Δεν υπάρχει εξωτερική επιρροή που να μπορεί να περιορίσει έστω και στο ελάχιστο την ελευθερία μας. Ο περιορισμός και η υποδούλωση της ελευθερίας γίνεται μόνο με την ελεύθερη απόφαση του ανθρώπου (=αμαρτία). Παρόλο που ο άνθρωπος με την αμαρτία του διεκδικεί την “αυτονομία” του, όμως διαπιστώνει πως συνεχίζει να κατευθύνεται και να κυριαρχείται από τις αυθεντίες αυτού του υλικού κόσμου και από την έσχατη καταλυτική δύναμη της υλικής φθοράς και του θανάτου.
Ο Χριστός καλεί τον άνθρωπο και τον ελευθερώνει, όταν ζητεί να απαρνηθεί τον εαυτό του και να σηκώσει τον σταυρό του. Εδώ ο εαυτός δεν είναι ο βαθύτατος πυρήνας της υπάρξεως, δηλ. η  εικόνα του Θεού.  Ο εαυτός εδώ είναι η προβολή του εγωισμού και της φιλαυτίας, που αλλοτρίωσε, αχρείωσε και αμαύρωσε την εικόνα του Θεού. Ένας τέτοιος “εαυτός” ζητεί πάντα την ικανοποίηση των ατέλειωτων επιθυμιών και απαιτήσεων. Αδιαφορεί αν οι δικές του απολαύσεις γίνονται σε βάρος των άλλων ανθρώπων, τους οποίους όμως περιφρονεί και εύκολα παραμερίζει.
Η πραγματική ελευθερία του Χριστού βοηθεί τον άνθρωπο να περιορίσει και να εξαφανίζει τελικά τις παράλογες  απαιτήσεις του  ατομισμού. Ένας τέτοιος περιορισμός είναι μεν επώδυνος και ασκητικός. Χρειάζεται μεγάλος αγώνας για να επιβληθεί (=ελευθερία) ο άνθρωπος στις εγωτικές του επιθυμίες. Πρόκειται για τον “σταυρό” του ανθρώπου, όπως τον ονομάζει ο Χριστός. Αν αποδεχθούμε αυτή την υπαρξιακή αλήθεια, τότε θα σπεύσουμε να ομολογήσουμε ότι μόνοι μας, με τις δικές μας “αυτόνομες” δυνάμεις δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε σε μια τέτοια σπουδαία και σωτηριώδη εργασία. Γι’ αυτό και ο Χριστός καλεί τον άνθρωπο να Τον ακολουθήσει. Να συνδεθεί μαζί Του στην κοινωνία της αγάπης και της ελευθερίας.
Σε μια τέτοια πορεία μας βοηθεί ο Χριστός:
α) Να αναγνωρίσουμε την εμπλοκή της αγάπης του Θεού από την αμαρτία και την μετατροπή της σε εγωισμό και φιλαυτία.
β) Να αισθανόμαστε το απαραίτητο μιας υπερβάσεως αυτής της εμπλοκής.
γ) Να διαπιστώνουμε ότι η πραγματική ελευθερία μας βρίσκεται σ’ αυτήν την υπέρβαση του εγωτικού εαυτού μας, και
δ) Να επιζητούμε την κοινωνία μας με την αγάπη του Χριστού, που μας προσφέρεται στο μυστήριο της Εκκλησίας.
Ύψιστο σημείο αποκτήσεως της  αληθινής ελευθερίας μας  είναι η  αγάπη μας προς τους εχθρούς. Η υπέρβαση των εξωτερικών εμποδίων και της εσωτερικής ψυχικής ακαταστασίας και ανωμαλίας μας χαρίζει την ελευθερία, όπως  εκπηγάζει  από την  αγάπη του Χριστού. Η  αγάπη είναι η ζωοποιούσα δύναμη των πάντων και επομένως τίποτε δεν μπορεί να εμποδίσει την επενέργειά της.
Κέντρο μιας τέτοιας αγάπης είναι και προβάλλεται το πρόσωπο του εχθρού. Η εχθρότητα υπερβαίνεται όταν η  αγάπη προσφέρει σεβασμό και ελπίδα σωτηρίας στο παρεκτρεπόμενο πρόσωπο (=εχθρός). Ο Απ. Παύλος πάντα συνιστά: “Εάν ουν πεινά ο εχθρός σου, ψώμιζε αυτόν, εάν διψά, πότιζε αυτόν· τούτο γαρ ποιων άνθρακας πυρός σωρεύσεις επί την κεφαλήν αυτού. Μη νικώ υπό του κακού, αλλά νίκα εν τω αγαθώ το κακόν” (Ρωμ. ιβ΄ 20-21).
Δημιουργία αρχείου: 19-7-2011.
Τελευταία ενημέρωση: 19-7-2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου