Η θρησκεία του Ρασταφάρι και το τέλος του Μπομπ Μάρλεϊ
Επιστρέφω
σήμερα στο χώρο του blogging, μετά από απουσία δύο και πλέον εβδομάδων,
για να ασχοληθώ με ένα κάπως ασυνήθιστο θέμα. Το κίνημα-θρησκεία του
Ρασταφάρι, παρακλάδι του Χριστιανισμού, που επηρέασε καταλυτικά τη ζωή
και την τέχνη στο νησί της Τζαμάικα. Ο πιο γνωστός οπαδός της θρησκείας
ήταν χωρίς αμφιβολία ο μεγάλος μουσικός της reggae Μπομπ Μάρλεϊ, κάτι
που, όπως φαίνεται, του στοίχισε την ίδια του τη ζωή. Το τέλος του Μπομπ
Μάρλεϊ είναι ένα από τα παραδείγματα του κακού που μπορούν να κάνουν οι
δεισιδαιμονίες στους ανθρώπους, όσο πλούσιοι ή διάσημοι κι αν είναι.
Η
γέννηση του ιδιότυπου αυτού θρησκευτικού κινήματος έλαβε χώρα στο νησί
της Τζαμάικα, τη δεκαετία του 1930. Έμπνευση για το κίνημα αποτέλεσαν οι
διδασκαλίες του Marcus Garvey, ο οποίος προώθησε τον Αφρο-κεντρισμό,
την υπεροχή της μαύρης φυλής και την επιστροφή στην Αφρική. Αν και δεν
θεωρείται επίσημα ως ο ιδρυτής της θρησκείας, πολλοί πιστοί τον θεωρούν
προφήτη, ακόμα και δεύτερο Ιωάννη Πρόδρομο. Μια προφητεία που του
αποδίδεται είναι η ενθρόνιση του Χαϊλέ Σελασιέ (ο μεσσίας στο
Ρασταφάρι), καθώς το 1927 είχε δηλώσει: «κοιτάξτε προς την Αφρική για
την ενθρόνιση ενός μαύρου βασιλιά, αυτός θα είναι ο λυτρωτής». Οι
θεωρίες του για επιστροφή της Αφρικής στους μαύρους και κλείσιμο των
αποικιών των λευκών είχαν μεγάλη απήχηση στους φτωχούς αγροτικούς
πληθυσμούς της Τζαμάικα. Παρ' όλα αυτά, ο ίδιος ήρθε σε σύγκρουση με τον
Χαϊλέ Σελασιέ, επειδή εγκατέλειψε την Αιθιοπία κατά την εισβολή των
Ιταλών, και η οργάνωση του δεν τον αναγνώρισε ως μεσσία.
Όπως
είναι ευνόητο, ιδιαίτερα σημαντικό πρόσωπο θεωρούταν για τους οπαδούς
του Ρασταφάρι ο βασιλιάς της Αιθιοπίας Χαϊλέ Σελασιέ, ως ο μόνος
ανεξάρτητος μαύρος βασιλιάς, σε μια εποχή που η Αφρική ήταν χωρισμένη σε
αποικίες. Το πλήρες όνομά του ήταν Ras Tafari Makonnen, από το οποίο
πήρε το όνομά της η θρησκεία. Οι οπαδοί του Ρασταφάρι πίστευαν οτι ο
Χαϊλέ Σελασιέ είναι ο μεσσίας, ο δεύτερος Ιησούς, που ήρθε να λυτρώσει
τη νέα εκλεκτή φυλή του Θεού, τους νέγρους, και να την οδηγήσει στην
Αιθιοπία, την καινούρια Σιών. Οι τίτλοι που του δόθηκαν κατά την
ενθρόνισή του μεγάλωσαν ακόμα περισσότερο το μύθο γύρο από το όνομά του.
Μερικοί από αυτούς ήταν «βασιλεύς των βασιλέων της Αιθιοπίας», «λέων
κατακτητής της φυλής του Ιούδα», «εκλεκτός του Θεού». Το λιοντάρι, ως
σύμβολο του Χαϊλέ Σελασιέ, χαίρει μεγάλης εκτίμησης στην παράδοση του
Ρασταφάρι. Ο Μπομπ Μάρλεϊ έγραψε την επιτυχία του “Iron, Lion, Zion” ως
αφιέρωμα στο συγκεκριμένο μαύρο μονάρχη.
Σύμφωνα
με την παράδοση, ο Χαϊλέ Σελασιέ είναι ο 225ος μονάρχης της σολομωνικής
δυναστείας στην Αιθιοπία. Η μυθολογία του Ρασταφάρι θέλει τους Αιθίοπες
μονάρχες να είναι απόγονοι του Μενελίκ του 1ου, γιου του βιβλικού
βασιλιά Σολομώντα και της βασίλισσας του Σαβά. Το τεκμηριώνουν αυτό
βασιζόμενοι σε ένα χωρίο της παλαιάς διαθήκης: (Βασιλ. Γ' 10,13) καὶ
ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν ἔδωκε τῇ βασιλίσσῃ Σαβὰ πάντα, ὅσα ἠθέλησεν, ὅσα
ᾐτήσατο, ἐκτὸς πάντων ὧν ἐδεδόκει αὐτῇ διὰ χειρὸς τοῦ βασιλέως Σαλωμών·
καὶ ἀπεστράφη καὶ ἦλθεν εἰς τὴν γῆν αὐτῆς, αὐτὴ καὶ πάντες οἱ παῖδες
αὐτῆς. Σύμφωνα με το
παραπάνω χωρίο, η βασίλισσα του Σαβά, αφού πήρε «ότι ήθελε» από το
Σολομώντα, μάζεψε τους υπηκόους της και γύρισε στην πατρίδα της.
Βασιζόμενοι και σε ένα αιθιοπικό παραδοσιακό έπος, οι δάσκαλοι του
Ρασταφάρι συμπεραίνουν οτι η βασίλισσα του Σαβά γέννησε τον καρπό της
περιπέτειάς της στην Αφρική, από τον οποίο κατάγονται όλοι οι
μεταγενέστεροι μονάρχες της Αιθιοπίας. Αντίστοιχα, οι νέγροι είναι πια
απόγονοι του Ισραήλ και η Αιθιοπία η πραγματική Σιών. Η λατρεία για την
Αιθιοπία φαίνεται και στα ρούχα που φορούν οι Ράστα (πιστοί του
Ρασταφάρι), όπου κυριαρχούν τα χρώματα της αιθιοπικής σημαίας πράσινο,
κίτρινο και κόκκινο.
Ένα
από τα θεμελιώδη συστατικά του Ρασταφάρι είναι το κίνημα «πίσω στην
Αφρική». Επηρεασμένοι από τις θεωρίες του Garvey, οι Ράστα πίστευαν οτι
επιτέλους είχε έρθει η ώρα να λήξει η διασπορά τους και να επιστρέψουν
στη βιβλική Σιών, που δεν ήταν άλλη από την Αιθιοπία. Το 1960 η
κυβέρνηση της Τζαμάικα έστειλε μια επιτροπή από Ράστα στην Αιθιοπία, για
να δουν από κοντά πως έχουν τα πράγματα και να προετοιμάσουν το έδαφος
για μια μελλοντική μετανάστευση σε μεγάλη κλίμακα. Απ' ότι φαίνεται
όμως, η εξοικείωση των ηγετών του Ρασταφάρι με τη σκληρή αφρικανική
πραγματικότητα τους απογοήτευσε, αναβάλλοντας τα σχέδια για άμεση μαζική
μετακίνηση...
Ένα
μεγάλης σημασίας γεγονός έλαβε χώρα την 21η Απριλίου του 1966, καθώς ο
Χαϊλέ Σελασιέ επισκέφτηκε επιτέλους το νησί της Τζαμάικα. Η μέρα αυτή
γιορτάζεται ως ιερή από τους πιστούς του Ρασταφάρι. Όταν το αεροσκάφος
που μετέφερε το νέγρο βασιλιά προσγειώθηκε, ένα πλήθος ανθρώπων μεταξύ
100 και 200 χιλιάδων τον περίμενε στο αεροδρόμιο του Κίνγκστον,
καπνίζοντας μαριχουάνα και παίζοντας παραδοσιακά κρουστά. Το πλήθος ήταν
τόσο μεγάλο, που ο Χαϊλέ Σελασιέ άργησε να κατέβει από το αεροπλάνο
κατά μία ώρα, μέχρι να καταλαγιάσουν κάπως οι εκδηλώσεις ενθουσιασμού.
Κατά την επίσκεψή του, ο Αφρικανός μονάρχης φέρεται να είπε στους ηγέτες
της νέας θρησκείας οτι ο καιρός για τη μετανάστευση στην Αιθιοπία δεν
είχε έρθει ακόμα, καθώς έπρεπε πρώτα να απελευθερώσουν την ίδια τους τη
χώρα.
Αξιοσημείωτο
είναι επίσης το γεγονός οτι ο Χαϊλέ Σελασιέ δεν αρνήθηκε ποτέ τον τίτλο
του μεσσία που του απέδιδαν, ούτε όμως και τον επιβεβαίωσε, διατηρώντας
μια διπλωματική, σχεδόν σιβυλλική σιγή. Απ' ότι φαίνεται, ο σκοπός του
ταξιδιού του στη Τζαμάικα ήταν να πείσει τους ανθρώπους της να μην
μεταναστεύσουν σε μεγάλη κλίμακα στην Αιθιοπία, καθώς η χώρα του δεν
διέθετε ούτε τις υποδομές, ούτε την ανεπτυγμένη οικονομία για να τους
δεχτεί. Η γυναίκα του Μπομπ Μάρλεϊ, Ρίτα, προσηλυτίστηκε στο Ρασταφάρι
αφού είδε τον Σελασιέ από κοντά, ισχυριζόμενη οτι παρατήρησε τα στίγματα
του Ιησού στα χέρια του... Σύντομα έπεισε και τον Μπομπ να γίνει οπαδός
του Ρασταφάρι, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί σε μια από τις πιο
αναγνωρίσιμες φωνές του κινήματος παγκοσμίως.
Η
θρησκεία του Ρασταφάρι, πέρα από τις εντυπωσιακές και επαναστατικές
αρχές που προαναφέραμε, θεμελιώθηκε επίσης σε ένα θολό σύμπλεγμα
κανόνων, ταμπού, παραδόσεων και δεισιδαιμονιών, πολλά από τα οποία
προϋπήρχαν. Αρχικά, η εμφάνιση είναι πολύ σημαντική για τους Ράστα. Ο
χαρακτηριστικός τύπος μαλλιών, που στα ελληνικά αποκαλούμε επίσης ράστα
(αγγλικά: dreadlocks), είναι σχεδόν απαραίτητος για όλους τους πιστούς.
Το στηρίζουν με αποσπάσματα από την παλαιά διαθήκη, όπως το ακόλουθο
(Λευ. 21,5): καὶ φαλάκρωμα
οὐ ξυρηθήσεσθε τὴν κεφαλὴν ἐπὶ νεκρῷ καὶ τὴν ὄψιν τοῦ πώγωνος οὐ
ξυρήσονται καὶ ἐπὶ τὰς σάρκας αὐτῶν οὐ κατατεμοῦσιν ἐντομίδας. Η
απαγόρευση αυτή σύμφωνα με ορισμένους Ράστα αφορά οποιαδήποτε επέμβαση
στο σώμα του πιστού, συμπεριλαμβανομένων και των χειρουργικών
επεμβάσεων...
Ακόμα, πολύ συνηθισμένη είναι η χρήση μαριχουάνας ή αλλιώς γκάντζα για
θρησκευτικούς σκοπούς. Ο πιστός ενθαρρύνεται να καπνίσει γκάντζα σε
τελετές και συγκεντρώσεις, με το σκεπτικό οτι καθαγιάζει το σώμα και το
πνεύμα, διευρύνει τη συνείδηση, προάγει τα φιλειρηνικά ένστικτα και
φέρνει το χρήστη πιο κοντά στο Θεό. Σύμφωνα με κάποιους μελετητές, η
συνήθεια αυτή μεταφέρθηκε στη Τζαμάικα από την Ινδία μέσω μεταναστών,
στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι δάσκαλοι του Ρασταφάρι βρίσκουν επίσης
βιβλικές αναφορές που προτρέπουν τη χρήση μαριχουάνας, όπως η παρακάτω
(Γεν. 3,18) ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ. Η
απαγόρευση του χασίς από τη δυτική κοινωνία είναι για τους Ράστα
απόδειξη οτι είναι καταπιεστική και εχθρική προς τη θρησκεία τους. Γι'
αυτόν και πολλούς ακόμα λόγους έχουν ονομάσει την κοινωνία των λευκών
«Βαβυλώνα», σε αντιδιαστολή με την Αφρική και ειδικότερα την Αιθιοπία
που θεωρείται η «Σιών». Τέλος, οι πιστοί Ράστα είναι αυστηρά χορτοφάγοι.
Ο
καρκίνος σύντομα άρχισε να δίνει μεταστάσεις σε όλο του το σώμα και το
1980 ο Μπομπ Μάρλεϊ βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Μετά από μια
αποτυχημένη θεραπεία στην κλινική του «ολιστικού» γιατρού Josef
Issels, που περιελάμβανε αποχή από συγκεκριμένα φαγητά και ποτά και
άλλες αμφιλεγόμενες τεχνικές, αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του
για να πεθάνει εκεί. Ο καταπονημένος οργανισμός του όμως δεν άντεξε το
ταξίδι και το αεροπλάνο αναγκάστηκε να προσγειωθεί στο Μαϊάμι των ΗΠΑ,
όπου πέθανε στις 11 Μαΐου του 1981, σε ηλικία 36 ετών... Σύμφωνα με
μαρτυρίες, τα τελευταία του λόγια ήταν «το χρήμα δεν μπορεί να αγοράσει
ζωή», απευθυνόμενος στο γιο του Ziggy. Η απάντησή μου είναι πως το χρήμα
δεν μπορούσε στην κατάσταση που ήταν τότε, αλλά αν δεν ήταν δέσμιος των
δεισιδαιμονιών της θρησκείας του και έκανε την εγχείρηση όταν
χρειαζόταν, πολύ πιθανόν να ζούσε ακόμα (οι καρκίνοι του δέρματος δεν
είναι θανάσιμοι αν αντιμετωπισθούν έγκαιρα).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου