Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗΣ.

Τα χαρμόσυνα νέα του ευαγγελίου «εισήλθαν» σε έναν παλαιό και φθαρμένο ηθικά κόσμο, μεταθέτοντας τους ανθρώπους από τα είδωλα στην «εν Χριστώ καινήν κτί σιν» και πολιτεία. Έτσι η πίστη στο Θεό, ως τρόπος ζωής -ι ήθος, συνιστούσε αναμφίβολα Νέα Αλήθεια «εντός» αυτού του παλαιού κόσμου τον οποίο ήθελε να αναμορφώση. Στην σύγχρονη εποχή αυτή η ίδια πίστη, «η νικήσασα τον κόσμον», φαντάζει πλέον σαν μία παλαιά Αλήθεια, που «επιβιώνει» μέσα σε έναν εντελώς καινούργιο κόσμο, δυναμικά εξελισσόμενο.
   Οι καταβολές αυτού του καινούργιου κόσμου δεν παύουν βέβαια να είναι βιβλικές και χριστιανικές, τουλάχιστον στην  αφετηρία τους. Όμως η συνείδηση -ο ψυχισμός του συγχρόνου ανθρώπου, έχει στραφεί σε νέα είδωλα,τα οποία χρειάζεται κανείς να επισημάνη και να αντιμετωπίσει, ως αντιπάλους του « καινού » ευαγγελικού ήθους .Τι είναι εκείνο όμως που πραγματικά άλλαξε μέσα στην κοινωνία της Νεοτερικότητας και πως μπορούμε να κατανοήσουμε αυτή την αλλαγή;
   Ένας περιεκτικός όρος, που χρησιμοποιείται στη θεολογία, για να υποδηλωθεί το Νέο Ήθος των κοινωνιών, που υποκατέστησε εκείνο του παρελθόντος, (το θεοκεντρικά προσανατολισμένο), είναι ο όρος «εκκοσμίκευση». Για να αναλύσουμε τη σημασία της εκκοσμίκευσης και τη δύναμή της στη διαμόρφωση συμπεριφορών (που αντιμάχονται, ουσιαστικά, την «καινή πολιτεία» του ευαγγελίου), επιβάλλεται να διεισδύσουμε στον ψυχισμό του ανθρώπου της Νεοτερικότητος. Γιατί αυτός ακριβώς ο ψυχισμός εγκαθιδρύει μια άλλη σχέση με τις κοσμικές πραγματικότητες, που «αποκλείουν» το υπερβατικό (το Θεό δηλαδή), ως πηγή νοήματος και ευτυχίας.
  Η σύγχρονη εκκοσμίκευση, ως όρος (και ως πραγματικότητα) δηλώνει την μετάθεση του κέντρου βάρους, από το Θεό στον κόσμο και τον άνθρωπο. Έτσι, θεμέλιο της Ηθικής συμπεριφοράς λ.χ. δεν είναι ο λόγος του Θεού, αλλά ο «νόμος της φύσης», τον οποίο ο άνθρωπος καλείται να αναγνωρίσει ως τέτοιο και να τον εφαρμόσει.  Καταφάσκεται , λοιπόν,  ο «φυσικός άνθρωπος», με  τη θέληση και τη δράση του και οι σοφοί της Νεοτερικότητος επιδίδονται με «σπουδή» στο έργο της ανάπτυξης διαφόρων Ηθικών Συστημάτων (πολύ συχνά αντιτιθέμενων μεταξύ τους, αφού η κάθε «αυθεντία» αποκρούει την άλλη, χωρίς τέλος).
  Ωστόσο μέσα σε όλη αυτή την «εργώδη προσπάθεια» υπάρχει κάτι κοινό: η επιθυμία να αναπτυχθεί ο άνθρωπος και να τελειωθεί «εντός του κόσμου», με τη χρήση των δυνάμεων, που διαθέτει. Τον πρώτο λόγο, εδώ, έχει η Νέα γνώση της αναδυόμενης Επιστήμης, και η Τεχνική (ως μέσα κυριαρχίας επί του κόσμου), αλλά και οι διάφορες ιδεολογίες, που «υποστηρίζουν» τη θέληση και τη δράση του ανθρώπου, (ως υπεύθυνου «οργανωτή» της Ζωής του). Αυτή η στροφή, όμως, προς τον Άνθρωπο και τον κόσμο, (δυστυχώς) έχει αποκτήσει ταυτόχρονα χαρακτήρα ανταρσίας κατά των χριστιανικών δογμάτων, αφού πραγματοποιήθηκε σε αντιπαράθεση με ορισμένη Θεολογία, και εν προκειμένω με την Μεσαιωνική θεολογία Αυγουστινιανού ή Σχολαστικού τύπου.
  Έχει σημασία να το τονίσουμε αυτό, διότι τόσο ο Αυγουστίνος όσο και οι Μεγάλοι Σχολαστικοί «άρθρωσαν» μία θεολογία, που έκανε έντονη διάκριση μεταξύ Θεού και Κόσμου/ Ανθρώπου και υποβίβαζε το άτομο σε παθητικό ρόλο, καταστρέφοντας την θεανθρωπότητα- τις δημιουργικές δυνάμεις του ατόμου. Παρουσίαζε το θεό ως «τρομοκράτη» και Δυνάστη , σε μία Νομικίστικη εκδοχή του ευαγγελίου και παραφθορά της έννοιας της θείας Κυριότητας. Χρειαζόταν πρώτιστα λοιπόν  να απελευθερωθεί ο άνθρωπος από έναν τέτοιο « θεό ». Και ο αγώνας για την απελευθέρωση, έγινε στο όνομα του αποκλεισμού οποιασδήποτε «Μεταφυσικής Αυθεντίας» και τον κανόνων, που αυτή η αυθεντία, τυχόν, επέβαλε.
   Μέτρο όλων των πραγμάτων κατέστη πλέον ο άνθρωπος και όχι ο Θεάνθρωπος, (κατά τον π. Ιουστίνο Πόποβιτς). «Ο Δυτικός χριστιανισμός», επισημαίνει ο Δημήτριος Staniloae, «με την ιδέα της ανικανότητος του ανθρώπου να αναπτυχθεί «εν τω Θεώ», προκάλεσε την θέληση του ανθρώπου να αναπτυχθεί «έξω από το θεό»». (αναφέρεται στο βιβλίο "Θεολογία της Πόλεως" του Επισκ. Ευθυμίου Στύλιου). Στην δραστηριότητα αυτή του συγχρόνου ανθρώπου, συνοψίζεται και η ουσία της εκκοσμίκευσης, όπου συγκλίνουν άλλωστε και όλες οι ιδεολογικές τάσεις του Αστικού Πολιτισμού: Να συγκροτηθεί η πολιτεία του Ανθρώπου και η ευδαιμονία του, έξω από τη σφαίρα του Αγίου και «ερήμην» της ενθέου φιλοσοφίας και ζωής.
Ο ανθρωπισμός (humanismus) μπορεί να θεωρηθεί ως η κύρια επιδίωξη αυτού του καινούργιου ήθους και γι’ αυτό  όλες οι παιδευτικές προσπάθειες για την αναμόρφωση της κοινωνίας και των θεσμών της αρχίζουν από αυτόν. Η ουμανιστική κίνηση βλέπει τον άνθρωπο ως προέκταση μιας αυτόνομης  φύσης και του  αρνείται το προνόμιο της «θείας εικόνας». Εστραμμένος στα «επιφαινόμενα» της συμπεριφοράς, σε εξωτερικά και επιφανειακά στοιχεία, των οποίων μπορεί να έχει γνώση  Ο ανθρωπισμός θα απορρίψει την πραγματικότητα της αμαρτίας ως μια «δοξασία» του Μεσαιωνικού πολιτισμού που εμποδίζει την ολόπλευρη  ανάπτυξη της ύπαρξης .
    Σ’ αυτήν την απόρριψη θα συμβάλουν αποφασιστικά οι ασκητικές ακρότητες του παρελθόντος , που συνδέονταν με υποτίμηση του σώματος και των λειτουργιών του. Η νεοτερικότητα σ’ αυτό το σημείο θέλησε να πάρει τη “revance” με την κατάφαση των αισθήσεων, τις οποίες αρνιόταν η ασκητική πρακτική ( και πρέπει να υπογραμμίσουμε εδώ τις παρεκκλίσεις από τη γνήσια ευαγγελική οδό της άσκησης, και στην Δύση  και στην Ανατολή).
Αλλά και στο κοινωνικό πεδίο θα υπάρξουν  ανατροπές: Η Μεταφυσική , εδώ θα κριθεί, ως στήριγμα της αδικίας  και της καταπίεσης στις κοινωνίες.  Πρόκειται για την Μεταφυσική εκείνη, την οποία αγνοεί λ.χ. ο Βυζαντινός πολιτισμός, τόσο Φιλάνθρωπος και ισορροποιημένος στη Θεολογία του και την εκκλησιαστική του δομή.
  Κοινός τόπος όλων των κοινωνικών χιλιασμών και Συστημάτων της Νεοτερικότητος ( που προέκυψαν από την άρνηση της « χριστιανικής μεταφυσικής » ) είναι η εξωτερική τακτοποίηση των ανισοτήτων, των διαφορών και των σχέσεων  γενικότερα, χωρίς εσωτερική αναγέννηση του ανθρώπου ( την οποία, άλλωστε, μόνο μια «θεόδρομος»  πορεία  δύναται να επιτύχει). Αυτή η πολιτική ταυτοχρόνως συμβαδίζει με την άρνηση της πραγματικότητας της «πτώσεως», αφού υπονοεί πως μπορεί να υπάρξει μια οριστική νίκη του καλού επι του κακού « εδώ και τώρα» , παραβλέποντας ότι το γεγονός ότι η καταπολέμηση του κακού είναι αδύνατη χωρίς εσωτερική αναγγέννηση των ανθρώπων.
   Το  κακό δεν μπορεί να καταργηθεί με τη βία - θα καταργηθεί ως ο εσχατολογικός θρίαμβος του ίδιου του Δημιουργού, κατά τον αδιάψευστο λόγο της Γραφής. Κάτι τέτοιο όμως δεν το πιστεύουν οι Ουμανιστές, αφού δεν  θεωρούν τον κόσμο ή τον άνθρωπο ως εκπτώτους, διότι γι’ αυτούς δεν υπάρχει το κριτήριο του Λόγου του Θεού.  Παρα ταύτα η δύναμη των ανθρωπιστικών οραμάτων «συνέχει» τη Νεοτερικότητα, ως μια μορφή  Νέας Πίστεως,  που έχει στο σημείο αυτό υποκαταστήσει την ευαγγελική αλήθεια, (με ένα είδος «αντίστροφης» θεολογίας, προσανατολισμένης στις αυτόνομες  θεότητες, που λέγονται τώρα κόσμος και Άνθρωπος).  Ο θρίαμβος μάλιστα του ατόμου ( και ο τονισμός του « θεικού » του στοιχείου )  εξηγείται από όλους τους σοβαρούς αναλυτές, ως αντίδραση στον ολοκληρωτισμό του Μεσαίωνα, που «διέλυε» τον άνθρωπο μέσα στο σύνολο(ουσιοκρατία) και τον μείωνε ως αξία.

   Τελικά η ανάδειξη των Δικαιωμάτων , (τυπικό «δείγμα» του διαφωτισμού/ Aufklarung) ενώ είναι κατ’ αρχήν ένα θετικό βήμα για την Νεοτερικότητα, στο άλλο άκρο οδηγεί στην κατάφαση των οποιοδήποτε ηθικών συμπεριφορών, αρκεί αυτές « να μην ενοχλούν τον άλλο».  Εδώ δεν γίνεται λόγος για παράβαση του θείου θελήματος , ούτε αναγνωρίζεται ο Ηθικός νόμος της Γραφής. (βλ. σχετικό έργο Νικ. Βελιμιροβιτς «περι του ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»). Ετσι «συντίθεται» ένα νέο Παιδαγωγικό ιδεώδες» για τις κοινωνίες της Δυσεως, μέσα στις οποίες αναδύθηκε  ο σύγχρονος Ανθρωπισμός και αυτό το ιδεώδες εκβάλει στο εκκοσμικευμένο ήθος, ως κυρίαρχη φιλοσοφία ζωής. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου