Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Ο,ΤΙ ΕΚΑΝΕΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΉ ΣΟΥ ΤΟ ΕΚΑΝΕΣ Σ' ΕΜΕΝΑ

Ο,ΤΙ ΕΚΑΝΕΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΉ ΣΟΥ ΤΟ ΕΚΑΝΕΣ Σ' ΕΜΕΝΑ

 

 

''Ἡ πλεονεξία ὅμως μέ τούς δούλους καί τούς ὑπηρέτες της, σάν ἕνας τύραννος, μπῆκε στή ζωή μας καί μοίρασε ἐδῶ καί ἐκεῖ αὐτά πού δόθηκαν ἀπό κοινοῦ σέ ὅλους ἀπό τόν Δεσπότη Χριστό. Τά περιόρισε καί τά ἀσφάλισε μέ φράκτες καί πύργους, μέ κλειδαριές καί πόρτες καί ἔτσι στέρησε ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους τήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς χάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας μάλιστα ἡ ἀδιάντροπη πώς ὅλα αὐτά ἀνήκουν στήν ἐξουσία της καί ὑποστηρίζοντας μέ πάθος πώς δέν ἀδικεῖ ἀπολύτως κανέναν! Οἱ ἀκόλουθοι ὅμως καί οἱ δοῦλοι τῆς τυράννου αὐτῆς πού λέγεται πλεονεξία, ὁ ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου, δέν ἔγιναν μόνο κυρίαρχοι τῶν κοινῶν ὑπαρχόντων, ἀλλά καί πονηροί δοῦλοι καί κακοί φύλακες.''

 

 

Ξέρω ὅτι ἀκοῦτε τό βίο τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας πού δέν τόν διηγεῖται κανένας ἄλλος, ἀλλά ἐκείνη ἡ ἴδια ἡ ἰσάγγελος, ἡ ὁποία μᾶς κάνει γνωστή, σάν νά ἐξομολογεῖται, τή φτώχεια της μέ τά ἑξῆς λόγια: «Πολλές φορές δέν ἔπαιρνα μισθό ἀπό τούς ἐραστές μου, παρά μόνο τό μισθό τῆς ἁμαρτίας. Καί αὐτό δέν τό ἔκανα γιατί ἤμουν πλούσια, ἀφοῦ ἔγνεθα λινάρι γιά νά ζήσω, ἀλλά γιά νά μπορῶ νά ἔχω πιό πολλούς ἐραστές καί νά ἱκανοποιῶ σέ μεγαλύτερο βαθμό τό πάθος μου» (P.G. 87, 3709D, 3712A καί B). Ὅταν δέ πήγαινε στά Ἱεροσόλυμα καί πῆγε νά ἐπιβιβασθεῖ στό πλοῖο ἦταν τόσο φτωχή πού δέν εἶχε οὔτε τά ναῦλα, οὔτε τά ἔξοδα γιά τό ταξίδι. Μετά ὅμως τήν ἀφιέρωσή της στήν Πανάμωμο Θεοτόκο, ἀναχώρησε γιά τήν ἔρημο. Καί μέ δυό νομίσματα πού τῆς ἔδωσε κάποιος ἀγόρασε ψωμί καί μέ αὐτά τά ἐφόδια πέρασε τόν Ἰορδάνη, ἔζησε μέ καρτερία στήν ἔρημο μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς της, χωρίς νά δεῖ πρόσωπο ἀνθρώπου, παρά μόνο τόν ἅγιο Ζωσιμᾶ, καί χωρίς βέβαια νά θρέψει κάποιο πεινασμένο φτωχό ἤ χωρίς νά ξεδιψάσει κάποιο διψασμένο ἤ νά ντύσει κάποιο γυμνό ἤ νά ἐπισκεφθεῖ τούς φυλακισμένους ἤ νά φιλοξενήσει ξένους.

 

 

Τό ἀντίθετο μάλιστα, καί παρέσυρε πολλούς στό βάραθρο τῆς ἀπώλειας μέ τό νά τούς δέχεται στό καταγώγιο τῆς ἁμαρτίας. Πές μου λοιπόν πῶς θά σωθεῖ καί πῶς θά εἰσέλθει στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν μαζί μέ τούς ἐλεήμονες αὐτή πού οὔτε πλούτη ἐγκατέλειψε, οὔτε περιουσία μοίρασε στούς φτωχούς (Ματθ. 19, 21), οὔτε ἔκανε ποτέ ἔστω κάποια ἐλεημοσύνη, ἀλλά μᾶλλον σέ μύριους ἀνθρώπους ἔγινε αἰτία καταστροφῆς; Ἀντιλαμβάνεσαι πώς ἄν ποῦμε ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη γίνεται μόνο μέ χρήματα καί ὑλικά ἀγαθά καί πώς ὁ Χριστός τρέφεται ἀπό μᾶς μέ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ἐλεημοσύνη καί πώς σώζονται μόνο ἐκεῖνοι πού Τόν τρέφουν, Τόν ποτίζουν καί γενικά Τόν ὑπηρετοῦν μέ αὐτό τόν τρόπο, ἐνῶ αὐτοί πού δέν τό κάνουν χάνονται, εἶναι πολύ παράδοξο. Διότι τότε θά διωχθοῦν ἀπό τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν πολλοί Ἅγιοι! Ἀλλά δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει αὐτό. Ὄχι, δέν εἶναι. Τά πράγματα καί καθετί πού ὑπάρχει στόν κόσμο εἶναι κοινά σέ ὅλους, ὅπως εἶναι δηλαδή τό φῶς καί ὁ ἀέρας πού ἀναπνέουμε, τό χορτάρι καί ἡ βοσκή πού ὑπάρχει στίς πεδιάδες καί στά βουνά γιά τά ἄλογα ζῶα.Τά πάντα εἶναι κοινά γιά ὅλους, μποροῦν ὅλοι νά τά χρησιμοποιοῦν καί νά τά ἀπολαμβάνουν, ἀλλά δέν μποροῦν νά τά ἐξουσιάζουν. Ἡ πλεονεξία ὅμως μέ τούς δούλους καί τούς ὑπηρέτες της, σάν ἕνας τύραννος, μπῆκε στή ζωή μας καί μοίρασε ἐδῶ καί ἐκεῖ αὐτά πού δόθηκαν ἀπό κοινοῦ σέ ὅλους ἀπό τόν Δεσπότη Χριστό. Τά περιόρισε καί τά ἀσφάλισε μέ φράκτες καί πύργους, μέ κλειδαριές καί πόρτες καί ἔτσι στέρησε ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους τήν ἀπόλαυση τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς χάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας μάλιστα ἡ ἀδιάντροπη πώς ὅλα αὐτά ἀνήκουν στήν ἐξουσία της καί ὑποστηρίζοντας μέ πάθος πώς δέν ἀδικεῖ ἀπολύτως κανέναν! Οἱ ἀκόλουθοι ὅμως καί οἱ δοῦλοι τῆς τυράννου αὐτῆς πού λέγεται πλεονεξία, ὁ ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου, δέν ἔγιναν μόνο κυρίαρχοι τῶν κοινῶν ὑπαρχόντων, ἀλλά καί πονηροί δοῦλοι καί κακοί φύλακες.Πῶς λοιπόν αὐτοί, ἔστω καί ἄν ἀπό φόβο γιά τήν ἀπειλή τῶν κολάσεων ἤ ἀπό τήν ἐλπίδα πώς θά λάβουν ἑκατονταπλάσια ἤ ἐπειδή, τέλος πάντων, κάμφθηκαν ἀπό τή δυστυχία τῶν συνανθρώπων τους, ἄν δώσουν λίγα ἀπ’ αὐτά τά ἀγαθά, ἤ καί ὅλα, σέ ἐκείνους πού μέχρι τότε ἦταν παραμελημένοι μέσα στή φτώχεια καί στή στέρηση, θά θεωρηθοῦν ἐλεήμονες, διότι ἔθρεψαν τόν Χριστό ἤ ἔκαναν μιά πράξη γιά τήν ὁποία πρέπει νά ἀμειφθοῦν; Ὄχι, δέν εἶναι δυνατόν, ἀλλά, ὅπως εἶπα, ἔχουν χρέος καί νά μετανοοῦν μέχρι τό τέλος τῆ ζωῆς τους γιά ὅλα ὅσα ἐπί χρόνια εἶχαν στήν κατοχή τους καί στέρησαν τούς ἀδελφούς τους ἀπό τήν ἀπόλαυσή τους. Πῶς ὅμως ἐμεῖς πού ἔχουμε διαλέξει τή ζωή τῆς πτωχείας -ὅπως ὁ Χριστός «ἐπτώχευσε» γιά χάρη μας ἐνῶ ἦταν πλούσιος- μέ τό νά ἐλεοῦμε τούς ἑαυτούς μας θεωροῦμε ὅτι ἐλεοῦμε Αὐτόν πού ἔγινε ὅμοιος μέ μᾶς; Σκέψου καλά αὐτό πού σοῦ λέω: Ἔγινε γιά σένα ὁ Θεός ἄνθρωπος φτωχός! Ὀφείλεις λοιπόν καί σύ πού πιστεύεις σ’ Αὐτόν νά γίνεις ὅμοιος μέ Ἑκεῖνον, φτωχός. Ἐκεῖνος «ἐπτώχευσε», ἔγινε φτωχός κατά τήν ἀνθρωπότητα καί σύ εἶσαι φτωχός κατά τή θεότητα. Σκέψου λοιπόν πῶς θά Τόν θρέψεις, ἐξέτασε μέ ἀκρίβεια. «Ἐπτώχευσε Ἐκεῖνος γιά νά πλουτίσεις ἐσύ» (Β’ Κορ. 8, 9), «γιά νά σοῦ μεταδώσει τόν πλοῦτο τῆς Χάριτός Του» Ἐφεσ.1, 7. 2, 7).Γι’ αὐτό τό λόγο προσέλαβε σάρκα. Ἀκριβῶς γιά νά μπορεῖς ἐσύ νά γίνεις μέτοχος στή θεότητά Του. Ὅταν λοιπόν ἑτοιμάσεις τόν ἑαυτό σου γιά τήν ὑποδοχή Ἐκείνου, τότε μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι Τόν ὑποδέχεσαι. Ὅταν δηλαδή πεινᾶς καί διψᾶς γιά Ἐκεῖνον, αὐτό λογίζεται τροφή καί ποτό γι‹ Αὐτόν. Πῶς; Ἐπειδή μέ τήν πτωχεία καί τά παρόμοια ἔργα καί τίς πράξεις σου καθαρίζεις τήν ψυχή σου καί ἀπαλλάσσεις τόν ἑαυτό σου ἀπό τή φθορά καί τό μολυσμό τῶν παθῶν. Καί ὁ Χριστός πού σέ προσέλαβε στόν ἑαυτό Του καί ἔτσι ἔκανε δικά Του ὅλα τά δικά σου καί ἐπιθυμεῖ διακαῶς νά σέ κάνει θεό “κατά χάριν”, ὅπως Ἐκεῖνος ἔγινε ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος, αὐτά πού κάνεις ἐσύ στόν ἑαυτό σου τά θεωρεῖ παθήματα δικά Του καί λέει: «Ὅ,τι ἔκανες στήν ταπεινή ψυχή σου, σέ μένα τό ἔκανες» (πρβλ. Ματθ. 25, 40).

 

 

Διότι, πράγματι, μέ ποιά ἄλλα ἔργα εὐαρέστησαν τόν Θεό ἐκεῖνοι πού ἔζησαν στά σπήλαια καί στά ὄρη; Ὁπωσδήποτε μέ τίποτε ἄλλο παρά μέ τή μετάνοια, τήν ἀγάπη καί τήν πίστη, ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν ὅλο τόν κόσμο καί ἀκολούθησαν Αὐτόν μόνο.Μέ τή μετάνοια καί τά δάκρυα Τόν ὑποδέχτηκαν καί Τόν φιλοξένησαν, ἀλλά καί Τόν ἔθρεψαν καί τόν ξεδίψασαν. Ἄλλωστε ἔτσι δέν ζοῦν ὅλοι ὅσοι γίνονται μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα υἱοί τοῦ Θεοῦ, πού γιά τόν κόσμο ὅμως εἶναι ἀσήμαντοι καί φτωχοί; Ἐκεῖνοι πού ἔνιωσαν μέσα στήν ψυχή τους καί συνειδητοποίησαν ὅτι ἔγιναν υἱοί Θεοῦ, δέν ἀνέχονται νά καλλωπίζονται μέ φθαρτά στολίδια, διότι ἔχουν ἐνδυθεῖ τόν Χριστό (Γαλ. 3, 27). Ἀλήθεια, ποιός ἄνθρωπος στολισμένος μέ βασιλική πορφύρα θά καταδεχθεῖ ποτέ νά βάλει πάνω ἀπ’ αὐτή ἕνα λερωμένο καί σχισμένο χιτώνα; Ὅσοι λοιπόν δέν ἔχουν κάνει αὐτή τή συνειδητοποίηση καί εἶναι γυμνοί ἀπό τό βασιλικό ἔνδυμα, ἀγωνίζονται ὅμως μέ τή μετάνοια καί μέ τίς ἄλλες, ὅπως εἴπαμε, ἀγαθοεργίες τους νά ἐνδυθοῦν τόν Χριστό, αὐτοί εἶναι ἐκεῖνοι πού “ἐνδύουν τόν Χριστό”. 

 
 

 

Απόσπασμα από τον Λόγο Περί Φιλοπτωχείας του Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου.Πηγή.Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα.

 

 

 

                                                                                                                        Άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος

 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου