ΑΝΟΙΞΕ ΤΑ ΜΑΤΑΚΙΑ ΤΟΥ ΚΙ ΑΓΚΑΛΙΑΣΕ ΤΗΝ ΠΟΡΝΗ
ΑΝΟΙΞΕ ΤΑ ΜΑΤΑΚΙΑ ΤΟΥ ΚΙ ΑΓΚΑΛΙΑΣΕ ΤΗΝ ΠΟΡΝΗ
Μια μάνα είχε τρία παιδάκια. Το ένα πίσω απ’ τα’ άλλο. Τριών
χρονών,τεσσάρων χρονών, πέντε χρονών.Τα δύο πεθαίνουν από λευχαιμία.
Αρρωσταίνει και το τρίτο με λευχαιμία. Και το πάνε στο νοσοκομείο. Το
πάει, η μάνα, χήρα ήταν, είχε χάσει και τον άντρα της. Δραματική η
κατάστασις, ένα βράδυ απ’ αυτά όπου το παιδάκι χαροπάλευε. Πέρασε ένας
γιατρός όλως εκτάκτως, ο διευθυντής του τμήματος, γιατί κάποια
οικογένεια τον είχε παρακαλέσει, τον είχε πληρώσει, δεν ξέρω τι είχε
κάμει, και έτσι ήρθε να δει κάποιο παιδάκι.Εκείνος κάτω από μια ώθηση, -
του Θεού ασφαλώς - , πέρασε και απ’ τα’ άλλα παιδιά, και είδε και το
παιδάκι αυτής της χήρας γυναικός.Της λέει «πονεμένη μάνα, πάρε το
παιδάκι σου και φύγε τώρα τουλάχιστον να πεθάνει στην αγκαλιά σου και
στο σπίτι σου. Δεν πρόκειται να ζήσει παραπάνω από μία ώρα. Είναι, είναι
μία ώρα η ζωή του, ή δεν είναι. Αυτοί όπως καταλάβατε θα σας δώσουν
εξιτήριο τώρα, να μη σε σταματήσει έξω ο φύλακας του νοσοκομείου...
Πράγματι
λοιπόν, το δώσαν. Αυτή τάχε χάσει εν τω μεταξύ, ήδη τάχε χαμένα, αρπάει
το παιδί της στην αγκαλιά και βγαίνει έξω στους δρόμους.Ήταν τρείς η
ώρα τη νύχτα. Τρείς, τρεισήμισι. Κανείς στους δρόμους, ερημιά, παντελή.
Και τσίριζε και φώναζε.Και σε μια στροφή του δρόμου βλέπει ξαφνικά
μπροστά της μια γυναίκα, μια νεαρή σχετικά γυναίκα, τριάντα ετών, πόσο
ήταν. Μόλις είχε τελειώσει τη δουλειά της. Ποια δουλειά; Ήταν πόρνη! Και
είχε τελειώσει την νυχτερινή της βάρδια της αμαρτίας.Μόλις έφτασε
μπροστά της τρέχοντας με το μωρό στην αγκαλιά, το πέταξε στην αγκαλιά
αυτής της γυναίκας.Έπεσε στα πόδια της και φώναξε : «Σώσε το παιδί μου,
σώσε το παιδί μου, σώσε το παιδί μου». Τάχασε αυτή. Πόρνη ήταν, αμαρτωλή
ήταν, γεμάτο βρωμιά και δυσωδία, μόλις είχε τελειώσει και κλείσει την
πόρτα της αμαρτίας.Τι να κάνει. Στα πόδια της μια μάνα. Στα χέρια της
ένα παιδί που έσβηνε. Το είδε ο Θεός.Σήκωσε τα μάτια της στον ουρανό και
φώναξε, είπε: «Θεέ μου, εγώ είμαι αμαρτωλή, είμαι πόρνη, τώρα μόλις
τελείωσα. Αν δεν μ’ ακούς εμένα, και δεν θα μ’ ακούσεις βέβαια γιατί
είμαι αμαρτωλή, άκουσε τουλάχιστον αυτήν την πονεμένη μάνα». Αυτά
είπε.Και κείνη τη στιγμή έγινε το θαύμα!Το παιδί άνοιξε τα μάτια του και
είπε «μανούλα», και αγκάλιασε με τα χεράκια της την πόρνη. Της τόδωσε
και το θαύμα έγινε.Ο Θεός άκουσε την προσευχή μιας αμαρτωλής.Όχι της
μάνας. Μιας αμαρτωλής, μιας πόρνης.
Όπως
την άκουσε και με τόσα παραδείγματα που έχει το Άγιον και ιερόν
Ευαγγέλιον, αφού αφιερώνει μια ολόκληρη ημέρα, απ’ τη Μεγάλη Εβδομάδα,
στη μετάνοια και στην αγάπη, και στην πίστη μιας αμαρτωλής, και πόρνης
μάλιστα αμαρτωλής.Το δεύτερο λοιπόν αυτό συγκλονιστικό παράδειγμα όπως
και το πρώτο, μας διδάσκουν ότι οι προσευχές μας, εισακούγονται όλες,
έστω και αν είμαστε αμαρτωλοί, όταν πρόκειται να κάνομε προσευχές για
τον πλησίον μας. Και πολύ περισσότερο βέβαια προσευχές για το παιδί μας,
για τον αδελφόν μας, και κυρίως όταν κάνομε προσευχές για τον εχθρόν
μας.Γι’ αυτό λοιπόν όταν λέμε την ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν
με», την οποίαν εδώ και εικοσιπέντε χρόνια σας συνιστώ, να την κάμετε
όπωσδήποτε, ημέρα και νύχτα, σε όποιο τόπο και χρόνο, τη λέμε, ζητάμε
έλεος γιατί είμεθα αμαρτωλοί.Έλεος! Και το έλεος το χαρίζει ο Θεός μόνον
στους αμαρτωλούς. Οι δίκαιοι δεν έχουν ανάγκη να ζητήσουν έλεος, διότι
λέει «ο τους δικαίους αγαπών, και τους αμαρτωλούς ελεών».Άρα λοιπόν όλοι
εμείς που είμεθα αμαρτωλοί, να κάνομε πρώτα τη δική μας προσευχή, να
γονατίσομε, να συντριβούμε, να κάνομε ό,τι μας ζητάει η Αγία μας
Εκκλησία, ο Κύριός μας ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, και ύστερα, να
πάρομε το τηλέφωνο, ή να πάμε στον πνευματικό, και να του ζητήσομε
βοήθεια και συνδρομή και την συμπαράστασή του με προσευχή.Η αγάπη του
Θεού νάναι πάντοτε μαζί σας, γιατί σ’ Αυτόν ανήκει πάσα δόξα, τιμή και
προσκύνησις, τώρα και πάντοτε και εις τους απεράντους αιώνας,Αμήν.
* Απόσπασμα ομιλίας του π.Στεφάνου Αναγνωστοπούλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου